Οι σκέψεις μας κι η σχέση τους με τις πράξεις μας
Aπουσία...
Απουσία
μυστήριο…
Ίσως ξέρεις για ποιο πράγμα μιλάω. Χμ, μπορεί κι
όχι.
Καλησπέρα,
Επιστρέψαμε
με καινούριο κείμενο. Όχι τώρα. Πριν μερικές μέρες. Ο τίτλος του; «Οι ανθρώπινες σχέσεις (μέρος 4ο) – Η παρακμή
και το τέλος». Που είναι τώρα; Απουσία μυστήριο… Για εσάς.
Το
μυστήριο θα ξεδιαλύνει. Μερικώς. Η πραγματικότητα είναι, πως εκείνο το άρθρο,
που σχολίαζε ευρύτερα – όπως όλα της σειράς του – μια συγκεκριμένη πτυχή των
ανθρώπινων σχέσεων, κατέβηκε από τις σελίδες του blog. Εθελούσια. Όχι, δεν άρχισα
τις κωλοτούμπες, ούτε σταμάτησα να είμαι ευχαριστημένος με όσα έχω γράψει μέχρι
στιγμής. Η αιτία είναι άλλη και για λόγους προστασίας, δεν θα μπω σε περεταίρω λεπτομέρειες.
Ούτε φυσικά έχω διάθεση για κάποιον σχολιασμό της...
Παρόλα
αυτά θα ήθελα να εκφράσω μια προσωπική γνώμη για όλο αυτό, που συμβαίνει εδώ
πέρα, αλλά και σε όλους τους άλλους χώρους ατομικής έκφρασης (είτε δηλαδή σε
κάποιο άλλο blog, είτε σε
κάποιο από τα social media). Ένα κείμενο, ανεξαρτήτως
μεγέθους και τεχνοτροπίας, ανήκει στη σφαίρα των νοητικών δημιουργημάτων. Με
πιο απλά λόγια, αποτελεί την έντυπη (ναι, ακόμα και στο διαδίκτυο) αποτύπωση
κάποιων προσωπικών σκέψεων, ιδεών
ακόμα και γεγονότων, που τυχόν κινητοποίησαν το νου. Όπως λοιπόν κι αν έχουν
διατυπωθεί όλα τα προηγούμενα, το μόνο σίγουρο είναι πως συνθέτουν την
συλλογιστική και την οπτική του γράφοντος, η οποία – κατά τη γνώμη μου – πρέπει
να είναι πάντοτε σεβαστή και να μη βάλλεται από κανέναν (γιατί άλλωστε αυτά είδε, αυτά ήθελε κι αυτά έγραψε).
Μέσα σε αυτό το χώρο (κι εκτός αυτού) σεβόμαστε τη γνώμη και την οπτική κάθε
άλλου προσώπου, είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε μαζί του, γι’ αυτό και το
προηγούμενο κείμενο κατέβηκε. Ας του επιστρέψουμε λοιπόν, να αναπαυθεί σε
κάποιο αυλάκι του σκληρού μου δίσκου, κι ας μπούμε για τα καλά στο θέμα μας.
Συγχωρήστε
με για μια ακόμα μακροσκελή εισαγωγή, που ίσως μοιάζει άσχετη με το θέμα του
σημερινού άρθρου. Τεχνηέντως όμως συνδέεται. Ένα από τα πολλά, που σας είπα
ακριβώς από πάνω, ήταν πως κάθε κείμενο αποτελεί τη γραπτή αποτύπωση των σκέψεων του δημιουργού του. Η συγγραφή
δηλαδή, όπως η μουσική, η ζωγραφική και οι άλλες τέχνες αποτελούν έναν τρόπο
έκφρασης του λεγόμενου «εσωτερικού κόσμου»
μας. Αυτός ο εσωτερικός κόσμος, ως
αυτοτελές δημιούργημα του νου, είναι γεμάτος από σκέψεις. Σκέψεις ευχάριστες,
σκέψεις δυσάρεστες, σκέψεις που ορίζουν ακόμα και την ίδια του την ύπαρξη.
Σκεπτόμενοι
λοιπόν επαγωγικά, μπορούμε να φτάσουμε με ασφάλεια στο συμπέρασμα, πως οι
σκέψεις μας είναι ένα αντικείμενο έκφρασης.
Πραγματικά, δεν νομίζω, πως θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε σε κάτι τέτοιο. Ούτε
επίσης στο ότι αυτές είναι το μέσο ανοικοδόμησης και στήριξης του εσωτερικού – ψυχικού μας κόσμου. Οι
σκέψεις μας άλλωστε, ως αποτελέσματα των νοητικών μας λειτουργιών, είναι
υπεύθυνες για την αντίληψη του κόσμου,
που μας περιβάλλει. Έτσι θα ήταν λογικά παράδοξο, να μην ευθύνονταν και για τον
εσωτερική μας κατάσταση.
Αυτές,
λίγο ως πολύ, ήταν κάποιες βασικές παρατηρήσεις, που έπρεπε να γίνουν με σκοπό
την ομαλή συνέχιση της συζήτησής μας. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές γίνεται
ξεκάθαρο, πως τα πάντα στην ανθρώπινη διαβίωση σχετίζονται με τη σκέψη και τη
δύναμη της – τη δύναμη δηλαδή του ανθρώπινου μυαλού. Χαρακτηριστικό μάλιστα
είναι το γεγονός, πως το μέσο μυαλό «βομβαρδίζεται»
καθημερινά από περίπου 70.000 σκέψεις, τουτέστιν 1 σκέψη ανά 1.2 δευτερόλεπτα.
Κουράστηκες και μόνο που το σκέφτηκες; Κι εγώ.
Ας
περάσουμε τώρα σε μια ακόμα παρατήρηση. Πολλοί άνθρωποι προχωράνε στο
διαχωρισμό μεταξύ της λογικής και του συναισθηματικού κόσμου. Ως μέσο για το
καθένα θεωρούν τις σκέψεις και τα συναισθήματα αντίστοιχα. Είναι οι ίδιοι
που υποστηρίζουν, πως προπύργια δράσης για το καθένα είναι πάλι κατ’
αντιστοιχία το μυαλό και η καρδιά. Κάνουν λάθος όμως. Οι σκέψεις δεν
περιορίζονται μόνο σε μια νοητική λειτουργία, τη λογική δηλαδή. Όπως προείπαμε,
αυτές είναι τα φυσικά αποτελέσματα για όλες τις λειτουργίες της νόησης. Άρα, εκτός των άλλων, εκείνες είναι υπεύθυνες
και για τη δημιουργία της εκάστοτε ψυχικής μας κατάστασης. Ευθύνονται επίσης
για τη φαντασία (άρα και τα όνειρα), τη κρίση, τη σύγκριση, τη μάθηση, τη μνήμη
και τη συνθετική ικανότητα. Οπότε είναι προφανές, πως ένας τέτοιος διαχωρισμός
είναι μονομερής και ίσως ευκαιριακός.
Εξαιρετικό
ενδιαφέρον, επί του συγκεκριμένου θέματος, θα παρουσίαζε μια αναφορά στο τρόπο
εμφάνισης των συναισθημάτων. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν θα γίνει. Για τα
συναισθήματα άλλωστε, έχουμε μιλήσει αρκετές φορές μέσα από διάφορα άρθρα, με
αρκετές και ίσως πανομοιότυπες τοποθετήσεις. Φυσικά, θα ήταν και λίγο
επικίνδυνο για την οικονομία της κουβέντας μας, να ξεφύγουμε έστω για λίγο από
τη θεματική μας ιδέα. Το κύριο νόημα πάντως, όσον αφορά τη σχέση συναισθημάτων
και σκέψεων, βρίσκεται στα ερεθίσματα∙ τα αντικείμενα ή τα γεγονότα δηλαδή, που
προσλαμβάνουμε με τις αισθήσεις μας
και μέσω αυτών κινητοποιούνται οι αρμόδιες νοητικές λειτουργίες βάσει διάφορων
αρχών (λ.χ. της καταλληλότητας).
Είναι
μάλλον φανερό, πως δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τη διαδικασία της σκέψης, να
φτάσουμε δηλαδή στο σημείο να επικρατεί το απόλυτο κενό εντός του μυαλού μας
(ακόμα κι όταν υπάρχει νοητικό πρόβλημα). Πάντα θα υπάρχει κάτι, που θα μας προβληματίσει.
Γιατί αυτή είναι η δύναμη της σκέψης, την οποία σε τελική ανάλυση, ίσως και να
μην μπορούμε να αντιληφθούμε πλήρως. Επομένως, δεν μπορούμε να αναζητήσουμε την
εσωτερική γαλήνη σε αυτό, που χονδροειδώς αποκαλούμε «άδειασμα του μυαλού». Κάτι τέτοιο εκτός από μάταιο είναι και αδύνατο.
Η πολυπόθητη γαλήνη του νου, ως δείγμα της ψυχικής μας υγείας, θα έρθει με μια
ισορροπημένη νοητική λειτουργία. Δεν είναι δηλαδή καλό για τον εγκέφαλό μας,
ούτε να καταναλώνει υπερβολικά τις δυνάμεις του στην σκέψη και στην ανάλυση
συγκεκριμένων αντικειμένων ή καταστάσεων, ούτε φυσικά να προσπαθεί να αποφύγει
μια τέτοια διαδικασία. Σε μια πιο απλή διατύπωση εν προκειμένω, πρέπει να
υπάρξει μέτρο στο πόσο χρόνο καταναλώνουμε για τη σκέψη συγκεκριμένων
αντικειμένων, ειδάλλως είναι πολύ πιθανό να οδηγηθούμε είτε σε φοβίες και
εμμονές (υπερβολή) είτε σε μια παθητική απραξία (αδιαφορία). Τόσο πολύ μπορεί
να επηρεάσει την υγεία μας, η σκέψη.
Αφού
είναι αδύνατο να περιορίσουμε την ύπαρξη σκέψεων στο μυαλό μας, τότε πως αυτές
ορίζουν τις πράξεις μας, κατά τρόπο (τις περισσότερες φορές) συγκεκριμένο και
αποδεκτό; Όταν κάτι άλλωστε είναι ανεξέλεγκτο, έχει και ανεξέλεγκτα
αποτελέσματα, έτσι δεν είναι; Ναι, έτσι είναι. Υπάρχει ωστόσο στη συγκεκριμένη
περίπτωση ένα πολύ ουσιώδες στοιχείο, που πρέπει να αναφέρουμε. Το πιο
σημαντικό πρόβλημα, που έχει να αντιμετωπίσει η μελέτη της νόησης είναι η
διαδικασία εμφάνισης των σκέψεων και όχι οι καθαυτές σκέψεις. Κάθε νοητική
λειτουργία εκ φύσεως αποτελεί μια ανεξάντλητη πηγή σκέψεων και ιδεών. Όταν
αυτές προκύπτουν, τότε είναι η ώρα να επέμβει η εκάστοτε νοητική λειτουργία
(συνήθως η λογική) που θα ελέγξει αυτή τη σκέψη με βάση τα κριτήρια, που έχουν
ορισθεί από μια πληθώρα παραγόντων (λ.χ. τη νοημοσύνη, το έμφυτο νοητικό
δυναμικό, τις γνώσεις, τις εμπειρίες κ.ο.κ.). Κάθε σκέψη περνά από αυτή τη
διαδικασία και η ποιότητά της βρίσκεται σε σταθερή συνάρτηση με το χρόνο, που
απαιτήθηκε για να ολοκληρωθεί ο εν λόγω έλεγχος. Μετά την ολοκλήρωσή της, η
σκέψη είτε θα πάρει το δρόμο της έκφρασης (λεκτικής ή έμπρακτης) ή θα χαθεί
ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες, που κάνουμε καθημερινά.
Μια
σκέψη αποτελεί την καθαρή ύλη, που κρύβεται πίσω από κάθε μας έκφραση. Για το
προφανή ρόλο των εκφράσεων έχουμε μιλήσει και πάλι, σε αυτό το πολύ ιδιαίτερο
κείμενο. Σήμερα, εδώ και αρκετή ώρα, συζητάμε για αυτό που τελικά κρύβεται όχι
μόνο πίσω από αυτές αλλά και πίσω απ’ όλα όσα σχετίζονται με την ανθρώπινη
δραστηριότητα. Η ιδιότητα των σκέψεων να ρυθμίζονται με βάση άλλες σκέψεις που
κάνουμε, μας οδηγεί σε ένα ευρύτερο ζήτημα, εκείνο της οπτικής. Για την οπτική
αναφερθήκαμε αδρομερώς στην εισαγωγή, που κάναμε.
Τι
είναι λοιπόν η οπτική; Είναι το σύνολο των σκέψεων
και των ιδεών ενός ανθρώπου (ή μιας
ομάδας ανθρώπων), το οποίο προκύπτει από τις εμπειρίες, τις γνώσεις και το
νοητικό του επίπεδο. Σε μια πιο βαθιά ανάλυση, οι πράξεις μας δεν ορίζονται από
σκόρπιες σκέψεις, αλλά από τον προσανατολισμό, που δίνουμε σε αυτές μέσω της
οπτικής μας για τα πράγματα.
Όταν
η οπτική μας είναι αρνητική – πεσιμιστική, τότε οι πράξεις μας διαποτίζονται
από αυτή την αρνητικότητα. Γίνονται δηλαδή με κόπο και χωρίς να προσφέρουν
καμία ευχαρίστηση. Αντιθέτως, όταν η οπτική μας είναι θετική – αισιόδοξη, τότε
αυτό το κλίμα αντικατοπτρίζεται και στις πράξεις μας. Φυσικά και αυτές δεν
γίνονται αγόγγυστα, αλλά προσφέρουν μια ηθική ικανοποίηση, ένα αίσθημα
πλησμονής και επάρκειας. Επειδή ακριβώς οι σκέψεις εκ φύσεως είναι πάρα πολύ
δυνατές, μπορούν να μεγεθύνουν τα αποτελέσματα κάθε προαναφερθείσας κατάστασης.
Κι όταν αυτά είναι θετικά, έχει καλώς. Αν όμως είναι αρνητικά;
Τότε
προκύπτουν διάφορα προβλήματα, με κυριότερο την παγίωση της αρνητικής οπτικής
για τα πάντα γύρω μας. Η ζωή παύει να είναι ευχάριστη και γίνεται μια μακρά και
κουραστική αγγαρεία. Το άτομο δυσκολεύεται να βρει τη βολή του, όπως επίσης και
κάτι που θα το ξεκουράσει. Ψάχνει αφορμές για να ξεσπά, αν και συνήθως το
μεγαλύτερο μέρος των σκέψεων του το κρατάει για τον εαυτό του. Με πολύ απλά
λόγια, δεν τα «βρίσκει» με τον εαυτό
του, εξαιτίας των αρνητικών σκέψεων. Φτάνουμε λοιπόν σε αυτό που είχα καταλήξει
με τον καλό φίλο Γιώργο (λείπεις, ρε φίλε) εδώ και αρκετό καιρό, πως το πιο
σημαντικό για μια ισορροπημένη ζωή είναι το να τα «έχει» καλά κανείς με τον εαυτό του. Να είναι δηλαδή ευχαριστημένος
με αυτό που είναι και με τα
περισσότερα απ’ όσα έχει κάνει μέχρι
στιγμής. Να σκέφτεται θετικά και να
μην κλείνεται στα στεγανά (φοβίες και εμμονές) που το ανθρώπινο μυαλό πολύ εύκολα μπορεί να δημιουργήσει.
Τα
πάντα εν κατακλείδι αποτελούν θέμα οπτικής.
Δεν μπορείς, ας πούμε, να κάνεις μια εποικοδομητική κουβέντα ή πιο προχωρημένα
να αποδεχτείς πράξεις άλλων ανθρώπων, που δεν προσιδιάζουν στη δική σου οπτική για τα πράγματα. Παρόλα αυτά
πρέπει να γνωρίζεις, πως όσο και να μοιάζουν δύο άνθρωποι στο τρόπο που σκέφτονται, οι οπτικές τους δεν θα είναι
ποτέ οι ίδιες αλλά πανομοιότυπες. Η ομοιογένεια του χαρακτήρα της οπτικής θα οδηγήσει στην έκφραση
παρόμοιων πεποιθήσεων και στην πρακτική εφαρμογή παρόμοιων και πάλι σκέψεων.
Κάπως
έτσι, μετά από περίπου ένα χρόνο λειτουργίας το blog με την ονομασία «Φωναχτές Σκέψεις», αναφέρεται στο
δεύτερο συνθετικό του ονόματός του. Οξύμωρο δεν είναι; Είναι, φυσικά και είναι.
Κλείνοντας,
οφείλω να πω, πως, όπως μάλλον καταλαβαίνετε, είμαστε πλήρως ενήμεροι της
δύναμης που μπορούν να έχουν και οι σκέψεις και οι ιδέες και ο φωναχτός τρόπος
έκφρασης τους. Εμείς θα συνεχίσουμε, αυτό που πάντα κάναμε, προάγοντας την
οπτική των κειμένων, που ανεβάζουμε
ακόμα κι όταν αυτή βάλλεται και δεν γίνεται σεβαστή.
Ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου