Οι ανθρώπινες σχέσεις (μέρος 5ο) – Βήματα, στραβοπατήματα κι εμπιστοσύνη
Ήταν θέμα χρόνου το ότι θα επέστρεφα και πάλι. Τα
πράγματα όμως αυτή τη φορά είναι ιδιαίτερα.
Καλά, εντάξει, πάντα είναι ιδιαίτερα.
Καλησπέρα,
«Σ’ αρέσει το περπάτημα;». Αυτή η ερώτηση
έχει εντυπωθεί στο μυαλό μου, ολόκληρο το προηγούμενο διάστημα. Βέβαια μιλώντας για «περπάτημα», φυσικά δεν αναφέρομαι στη
φυσική δραστηριότητα, που είναι και το προφανές. Παρ’ όλα αυτά, όταν μου
απευθύνθηκε η συγκεκριμένη ερώτηση, η
εν λόγω δραστηριότητα υπονοήθηκε. Σήμερα, ωστόσο, θέλω να σας μιλήσω για κάτι
άλλο. Για το συναισθηματικό περπάτημα,
για τα βήματα, τα στραβοπατήματα και το ρόλο της εμπιστοσύνης. Κι όλα αυτά, υπό το πρίσμα
των ανθρώπινων σχέσεων.
Η αιτία
των όσων πρόκειται να διαβάσετε παρακάτω βρίσκεται μερικές βδομάδες πίσω, μια αξιομνημόνευτη
Παρασκευή, σε μια εκδήλωση, που είχα την χαρά να παρακολουθήσω μαζί με έναν
πολύ ξεχωριστό άνθρωπο, πράγμα το οποίο την έκανε εκ των πραγμάτων ιδιαίτερη,
πέραν του περιεχομένου της. Προσδιοριστικά και μόνο, επρόκειτο για μια
παρουσίαση.
Αλλά,
για να είμαι ειλικρινής, το παρόν κείμενο δεν έχει κάποια σχέση με τα όσα
συνέβησαν τότε, παρά περισσότερο με μια σειρά γεγονότων, που την ακολούθησαν. Δυστυχώς
ή ευτυχώς για εσάς, δεν πρόκειται να μιλήσω απροκάλυπτα για τότε, κι αυτό εις
χάριν της οικονομίας του κειμένου αφενός.
Αφετέρου
δεν μπορώ εκ των πραγμάτων να σας αποκαλύψω όλα εκείνα, που ακολούθησαν το βράδυ
της περασμένης εδώ και βδομάδες Παρασκευής, διότι κάτι τέτοιο θα περιέπλεκε τα πράγματα ακόμα
περισσότερο. Ωστόσο, αυτό που δύναμαι να κάνω είναι, να σας μιλήσω για κάποια
μεμονωμένα ατομικά περιστατικά, τα οποία με έβαλαν σε προβληματισμούς. Σκέψεις,
που τελικά θα αποτυπωθούν σε αυτό το κείμενο. Πρέπει όμως να ξέρετε, πως ακόμα
και αυτά τα σκηνικά, τα οποία θα φανερωθούν μπροστά στα μάτια σας, δεν είναι
καθόλου ευχάριστα. Φανταστείτε, λοιπόν, αυτά που δεν θα μάθετε.
Μετά
το βράδυ της Παρασκευής ακολούθησε το Σάββατο. Και εντάξει, να πεις, αυτό
γίνεται εδώ και αιώνες. Αλλά φυσικά, δεν αναφέρομαι στην φυσική ροή των ημερών.
Μιλάω για το συγκεκριμένο Σάββατο, εκείνο το δύσκολο Σάββατο, που ξεκίνησε πάρα
πολύ όμορφα και κατέληξε τραγικά άσχημα. Η συσσωρευμένη πίεση όλης της
εβδομάδας, οι δουλειές για το σπίτι, οι τσακωμοί με φίλους και συγγενείς έδωσαν
τα πρώτα δείγματα γραφής. Η συνάντηση όμως με το ίδιο, πάντα ξεχωριστό, πρόσωπο
της Παρασκευής, η έλλειψη διάθεσης (πίεσης
και έντασης ένεκα), η αμηχανία και η
άβολη σιωπή ολοκλήρωσαν τη σύνθεση του αρνητικού τοπίου.
Καθώς
γύριζα στο σπίτι, το βράδυ του Σαββάτου, ήξερα πως τα πράγματα πήγαν πολύ
στραβά κι ότι νομοτελειακά αυτό το γεγονός θα είχε δυσάρεστες εξελίξεις.
Από
το βράδυ του Σαββάτου και για αρκετές ακόμα μέρες δεν σταμάτησα να πίνω
οτιδήποτε αλκοολούχο έπεφτε στα χέρια μου. Καλά το κατάλαβες. Ουίσκι, βότκα,
τεκίλα, πραγματικά οτιδήποτε. Η βιομηχανία αλκοολούχων ποτών, είμαι σίγουρος,
έχει ευεργετηθεί από κάτι τύπους σαν κι εμένα. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα, που
δεν σταμάτησα να κάνω. Να περνάω όσο περισσότερες ώρες γίνεται έξω από το
σπίτι. Και, εντάξει, τις καθημερινές είναι φυσιολογικό εξαιτίας του φόρτου των
εβδομαδιαίων δραστηριοτήτων. Τις Κυριακές, όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Οι
Κυριακές υποτίθεται, πως είναι ήρεμες και χαλαρές μέρες.
Ε,
η Κυριακή που ακολούθησε το Σάββατο δεν ήταν τέτοια. Ξημέρωσε εκ των πραγμάτων
άσχημα, προχώρησε άσχημα και τελείωσε δυστυχώς
εξίσου άσχημα. Έχεις αισθανθεί ποτέ σου
να βρίσκεσαι απέναντι σ’ ένα αδιέξοδο; Εκείνη η μέρα, ήταν ένα αδιέξοδο,
για τότε. Έχεις νιώσει όλα σου τα σχέδια
και τα πλάνα, να γκρεμίζονται εν ριπή οφθαλμού, εξαιτίας μιας νύχτας; Της
προηγούμενης νύχτας. Αυτό συνέβη την Κυριακή και για την ειρωνεία του πράγματος
το γνώριζα ήδη από πριν, πολύ καλά. Για όλα αυτά, είχα ανάγκη να βγω έξω από το
σπίτι παίρνοντας το δρόμο, μπας και σκεφτώ κάτι, το οποίο θα ξεδιάλυνε την
κατάσταση.
Ξέρεις,
που με έβγαλε την Κυριακή ο δρόμος; Θυμάσαι εκείνο τον τυπάκο; Φυσικά, θα
αναρωτιέσαι ποιον. Εκείνο τον τυπάκο, την ιστορία του οποίου, σου είχα διηγηθεί
κοντά ένα χρόνο πριν. Ναι, αυτόν, την παραμονή των γενεθλίων μου. Λοιπόν,
βρέθηκα και πάλι στον μικρό πεζόδρομο της Βελεστίνου, έξω από την παιδική χαρά.
Κι ένιωθα παράξενα, πολύ παράξενα. Να μου πεις, ήταν και τίποτα φυσιολογικό
μέσα σε αυτή την μέρα; Όχι, δεν ήταν…
Η
ώρα ήταν περίπου 5.00 μμ. Κάθισα στο πεζούλι απ’ έξω και κοίταζα την παιδική
χαρά. Κι έβλεπα παιδιά, να τρέχουν, να παίζουν και να γελάνε. Ήξερα, πως δεν
έχω πλέον τα κουράγια τους. Εγώ καθόμουν κι απλά παρατηρούσα, για ακόμα μια
φορά. Και σκεφτόμουν. Σκεφτόμουν πάρα πολλά από το πώς φτάσαμε εδώ, μέχρι τα
λάθη και τα προβλήματα μου. Ήξερα, πως έπρεπε να δράσω αλλά δεν υπήρχαν και
πολλά πράγματα, για να κάνω. Γύρω στις 6.00 μμ. και κάτι έφυγα από την παιδική
χαρά, με σκοπό να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου. Το τι ακολούθησε αποτελεί
μια άλλη ιστορία.
Φτάσαμε,
λοιπόν στο σημείο, όπου ο τύπος, που διατείνεται πως δεν τα κατάφερνε ποτέ καλά
με τις διαπροσωπικές σχέσεις (και η
προηγούμενη ιστορία το αποδεικνύει περίτρανα αυτό), θα αρχίσει να μιλάει γι’
αυτές λες και τις έχει σπουδάσει. Πράγματι, αυτή την εντύπωση είχα μέχρι
εκείνες τις τρεις μέρες της προηγούμενης εβδομάδας. Να ‘ναι το κάρμα, να ‘ναι η μοίρα, να ‘ναι ο Θεός
(αποκαλέστε το όπως θέλετε), πάντα κάτι θα μου συμβεί για να μου αποδείξει, πως
δεν έχουν δει τα μάτια μου αρκετά. Το ερώτημα, που μερικές φορές απευθύνω στον
εαυτό μου, είναι «Πόσα ακόμα;».
Αναμφίβολα
πολλά. Όταν μιλάμε άλλωστε για την τριβή και την αλληλεπίδραση των προσώπων,
είναι αναμενόμενο να προκύψουν πολλές καινούριες κι επομένως άγνωστες
καταστάσεις και εμπειρίες. Ας μην μιλάμε γενικόλογα όμως. Εδώ και ώρα διαβάζετε
μια μικρή αφήγηση μερικών γεγονότων της ζωής μου, κι όμως καταλαβαίνω, πως
απορείτε για τη σχέση, που αυτά έχουν με το ζήτημα, το οποίο αυτό το κείμενο
πραγματεύεται. Λοιπόν, όλα όσα συνέβησαν εκείνες τις μέρες αναφέρονται στις ανθρώπινες σχέσεις, στο πως τόσο σύντομα
και τόσο εύκολα (φαινομενικά) τα
δεδομένα μπορούν να αλλάξουν από την καλύτερη
δυνατή κατάσταση στη χειρότερη.
Δεν
ξεκίνησα τυχαία με την ερώτηση για το περπάτημα.
Όπως ήδη είπα, ωστόσο, αναφέρομαι στο συναισθηματικό
περπάτημα και τους κινδύνους, που αυτό ενέχει. Ας μην κοροϊδευόμαστε, οι διανθρώπινες σχέσεις αποτελούν το πλέον
κατάλληλο αντικείμενο για να γίνει κατανοητή αυτή η έννοια. Και, ναι, είμαι σε
θέση να καταλάβω κάποιες θεωρίες, που υποστηρίζουν ότι οι διαπροσωπικές σχέσεις αποτελούν κοινωνικές συμβάσεις, και δεν επιτελούν κάποιο άλλο ρόλο παρά το προσδιορισμό
ενός κύκλου ή πλέγματος αλληλεπιδράσεων. Διαφωνώ, όμως με τέτοιου είδους ιδέες.
Οι σχέσεις μπλέκουν μέσα τους ψυχές, καθότι οι ίδιες είναι ζωντανοί
οργανισμοί. Είμαι σίγουρος, ότι δεν περιμένατε κάτι άλλο να ακούσετε από εμένα.
Ξέρετε, ότι έχετε έρθει στις «Φωναχτές Σκέψεις», μια ακόμη γωνία αγάπης και
πόνου. Θα ήταν λοιπόν ανόητο ή ακόμα και καιροσκοπικό να λησμονούμε τα συναισθήματα, αφού μιλάμε για ένα
πολυσύνθετο σύστημα αλληλεπιδράσεων. Για να βρουν επομένως αυτά τα ιδιαίτερα
κοινωνικά οικοδομήματα, το σημείο
ισορροπίας τους, πρέπει όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές να κάνουν αρκετά βήματα,
να περπατήσουν εμπρός μέχρις ότου
να συναντηθούν.
Αυτή
τη διαδικασία αδόκιμα ονόμασα «συναισθηματικό
περπάτημα». Για να είμαστε, όμως, ειλικρινείς, ένας τέτοιος όρος δεν
διαφέρει από την πραγματικότητα. Ο επίσημος όρος βέβαια, που χαρακτηρίζει
πλήρως, αυτή τη διαδικασία είναι η «συναισθηματική
ενημερότητα». Αυτή αναφέρεται στο γνωστικό επίπεδο, στο οποίο βρίσκεται το
άτομο, αναφορικά με τα συναισθήματα του,
αλλά και τα συναισθήματα των έτερων προσώπων γι’ αυτό. Η συγκεκριμένη
γνώση, είναι υπεύθυνη για τον τρόπο,
που δραστηριοποιούμαστε και αλληλεπιδρούμε μεταξύ μας στο πλαίσιο των σχέσεων,
τις οποίες αναπτύσσουμε. Ένα υψηλό επίπεδο συναισθηματικής
ενημερότητας, δεν αποτελεί την εγγύηση, που ο καθένας μας ψάχνει για να τα
κάνει όλα τέλεια στις σχέσεις του. Ο υποφαινόμενος, το βίωσε αυτό, μ’ αυτήν την
ιστορία, που προηγήθηκε.
Η συναισθηματική ενημερότητα, αυτό το περπάτημα, απαιτεί χρόνο και εμπειρία. Όχι
τόσο για να καταλάβουμε τα ατομικά μας συναισθήματα,
όσο τα συναισθήματα των άλλων προσώπων
για εμάς. Κι αυτό είναι ένα τεράστιο βήμα. Πολλές φορές επιθυμούμε
πράγματα από τους άλλους ανθρώπους, ενώ στην πραγματικότητα αποζητούμε την δική
μας άνεση. Άλλες επίσης φορές, έχουμε
απαιτήσεις από αυτούς, τις οποίες τη δεδομένη στιγμή δεν μπορούν να
ικανοποιήσουν. Όχι, γιατί δεν έχουν γενικά αυτή την δυνατότητα, αλλά γιατί ο
χρόνος δράσης, που τους παρέχεται, είναι ελάχιστος.
Κι εμείς αντί να τους πιστώσουμε το χρόνο, που ζητούν, τελειώνουμε τις σχέσεις
μας μαζί τους. Μήπως, βέβαια, έτσι πηγαίνουμε κόντρα σε αυτά, που ήδη έχουμε
καταλάβει ότι αισθανόμαστε;
Κάθε
είδους σχέση δεν πρέπει να αποτελεί έναν αγώνα
δρόμου, για να δούμε ποιος θα φτάσει πρώτος στο τέρμα. Κάθε σχέση είναι
ένας δρόμος. Τα εμπλεκόμενα πρόσωπα καλούνται να τον βαδίσουν, χωρίς να ξέρουν
ακριβώς που θα βγάλει (ειδάλλως θα ήμασταν μάντεις), διατηρώντας κατ’ αυτό τον
τρόπο το προκλητικό μυστήριο της σχέσης. Σε αυτό τον δρόμο, βέβαια, δεν μπορούν
τα άτομα να περπατάνε παράλληλα, αλλά
ταυτόχρονα. Κι όταν ένα από τα δύο
πρόσωπα στραβοπατήσει, σκοντάψει και πέσει, το άλλο οφείλει να σταματήσει και να του δώσει το χέρι του βοηθώντας το να σηκωθεί. Αν
κάτι τέτοιο δεν γίνει, τότε σημαίνει πως δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, όχι μόνο στο
άλλο πρόσωπο αλλά και στα ίδια μας ατομικά συναισθηματικά
«πιστεύω».
«Τα καλά πράγματα, θέλουν χρόνο…». Αυτό
είχα πει πριν αρκετές ημέρες και το
ξαναλέω εδώ. Μια σχέση, οποιαδήποτε σχέση, για να φτάσει στο ιδανικό της
επίπεδο, χρειάζεται χρόνο. Όχι μια-μιάμιση μέρα, όχι μια βδομάδα, όχι ένα μήνα. Σαφώς, σαφέστατα, απαιτεί ένα αρκετά μεγαλύτερο χρονικό
διάστημα, εντός του οποίου η σκέψη αυτής της νέας κατάστασης θα ωριμάσει στο
μυαλό των προσώπων. Μόνο έτσι αυτά θα καταφέρουν να κατανοήσουν καλύτερα τα
στοιχεία της προσωπικότητας και του χαρακτήρα ένθεν κακείθεν αλλά και να
αναπτύξουν τη πιο σπουδαία αρετή στις σχέσεις, την ενσυναίσθηση. Πνευματικό παιδί της ενσυναίσθησης και επιστέγασμα της είναι η εμπιστοσύνη.
Αυτά, ωστόσο, το επαναλαμβάνω, δεν μπορούν να γίνουν μέσα σε μια βδομάδα λ.χ., συγνώμη γι’ αυτό.
Η εμπιστοσύνη είναι το συνεκτικό υλικό,
που θα κρατήσει μια σχέση σταθερή. Εμπιστοσύνη
στα ατομικά μας «πιστεύω» και «θέλω» αλλά και στα αντίστοιχα του άλλου
προσώπου. Αν κάποιος αποζητά κάτι καλό,
κάτι δυνατό, που
θ’ αντέξει στο χρόνο, τότε πρέπει να δείξει εμπιστοσύνη
στον άνθρωπο, που έχει απέναντι του, στα σωστά και τα στραβά του.
Κι όταν βηματίζοντας εκείνο το
πρόσωπο, προσπαθήσει να πλησιάσει ακόμα πιο κοντά, εσύ αν πιστεύεις, σε αυτά που αισθάνεσαι αλλά κυρίως σε αυτό που αναπτύσσεται μεταξύ σας (και δεν τελειώνει ποτέ μια
τέτοια ανάπτυξη), δεν πρέπει να το απωθήσεις, δεν πρέπει να του δείξεις το
δρόμο. Αντίθετα, οφείλεις να καταλάβεις, πως κάθε άνθρωπος θέλει το δικό του
χρόνο για να σπάσει την αμηχανία, την
πίεση, το φόβο, την στραβομάρα του και να μπει στη δική σου
ζώνη οικειότητας. Είναι φύσει αδύνατο
να γνωρίζει κανείς από πριν όλα όσα ζητάς και θέλεις, ούτως ώστε να στα
προσφέρει. Μπορείς πάντα να του τα πεις ή να του δώσεις χρόνο, ώστε να
καταλάβει τα περισσότερα από μόνος του.
Οι
σχέσεις, πράγματι, είναι κοινωνικά
οικοδομήματα, αλλά αυτό δεν μειώνει τον ηθοπλαστικό τους χαρακτήρα. Ένας
τέτοιος χαρακτήρας οφείλεται αμιγώς στα συναισθήματα,
που αναπτύσσονται εξαιτίας των
αλληλεπιδράσεων μας. Κατανοώ, ότι αυτά, μπορούν να μας τυφλώσουν οδηγώντας μας
ενίοτε κατ’ αυτόν τον τρόπο σε πράξεις, που δεν θέλουμε. Σε δραστηριότητες
δηλαδή, που θα διαταράξουν την ισορροπία. Γι’ αυτό, αν καταφέρουμε να
καλλιεργήσουμε, ένα κλίμα εμπιστοσύνης
στις σχέσεις μας, τότε ακόμα κι αυτά μπορούν να ξεπεραστούν. Ξέρεις, οφείλουμε
σχεδόν όλες τις φορές να ρίχνουμε και λίγο νερό στο κρασί μας. Να μην μένουμε κολλημένοι στις παγιωμένες μας αντιλήψεις
για την ιδανική σχέση. Δεν υπάρχουν ιδανικές σχέσεις, γιατί πολύ απλά δεν υπήρξαν
ποτέ ιδανικοί άνθρωποι.
Το
ιδανικό στη διατήρηση των σχέσεων είναι να υπάρχουν συμβιβασμοί εκατέρωθεν. Ναι, βέβαια, σε πολλούς ανθρώπους δεν
αρέσει να λένε «εντάξει» (στο Ρέμο,
ας πούμε), αλλά χωρίς αμοιβαίες υποχωρήσεις καμία σχέση δεν μπόρεσε να
προχωρήσει. Εδώ φαίνονται και οι ρόλοι των εμπλεκομένων προσώπων αλλά και οι
χαρακτήρες τους. Όπως και να ‘χει θέλω να σας θυμίσω, ότι είναι κρίσιμο να μην
ξεχνάμε το ρόλο των συναισθημάτων στις
σχέσεις μας. Το τίποτα μιας πλευράς, μπορεί για τον άλλο να είναι
τα πάντα, κι αντίστροφα. Μπορεί ακόμα
εσείς να λιμοκτονείτε συναισθηματικά και
οι άλλοι να χορταίνουν με αυτό.
Μερικές φορές η θάλασσα, που ψάχνουμε, είναι αυτή, που θα μας πνίξει. Τραγικό,
έτσι;
Ίσως
μερικοί από εσάς να ξέρετε την ιδιαίτερη σχέση
που έχω με τις νύχτες. Άλλοι πάλι όχι. Δεν έχει, όμως, σημασία. To τελευταίo καιρό ταλαιπωρήθηκα αρκετά (κι όχι μόνο εγώ),
περιπλανήθηκα για ώρες μέσα στο βράδυ και μια σκέψη επανερχόταν πεισματικά στο
μυαλό μου:
«Κάθε επόμενο
βήμα είναι δύσκολο…».
Αρκεί να προσπαθούμε, έλεγα. Και πίστεψέ με, δεν το
κάναμε.
Υ.Γ. Αφιερωμένο εξαιρετικά.
Υ.Γ. 2 Η πραγμάτικοτητα στο τέλος της ημέρας μέλλει συνήθως να αποδεικνύει πως τελικά καταλάβαμε λάθος πολλά πράγματα...
Υ.Γ. 2 Η πραγμάτικοτητα στο τέλος της ημέρας μέλλει συνήθως να αποδεικνύει πως τελικά καταλάβαμε λάθος πολλά πράγματα...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου