Ανταπόκριση ή μη και ανθρώπινοι δεσμοί
Κάποιος θα διαβάσει αυτές τις πρώτες λέξεις και θα κλείσει τη σελίδα. Κάποιος άλλος θα φτάσει μέχρι ένα σημείο και ύστερα θα την κλείσει κι αυτός. Κάποιος τρίτος δε θα πατήσει ποτέ πάνω σε κάποιο σύνδεσμο που οδηγεί σε αυτή τη σελίδα κι άρα δε τα βλέπει όλα αυτά. Κάποιος τέταρτος αντίθετα θα το διαβάσει μέχρι το τέλος του κ.ο.κ.
Καλησπέρα,
«Για κάθε δράση υπάρχει πάντοτε μια ισοδύναμη αντίδραση». Σε αυτή την παραδοχή για τον φυσικό κόσμο κατέληξε το 1687 ο Isaac Newton, η οποία μέχρι τον 20ο αιώνα παρέμενε ακλόνητη (μαζί με τους άλλους δύο νόμους του) στους κόλπους της επιστημονικής κοινότητας. Μια αρχή, που ομολογουμένως εξηγεί σχεδόν όλα τα φυσικά φαινόμενα, αλλά που για το δικό μου μυαλό (κι ίσως πολλών άλλων) έχει εφαρμογή σε όλους τους τομείς της ζωής μας, από τον πιο απλό μέχρι τον πιο σύνθετο.
Ακόμα κι αυτό το κείμενο αποτελεί απόδειξη του εν λόγω ισχυρισμού. Εγώ δρω γράφοντας και δημοσιεύοντας το, ενώ κάποιος άλλος μπαίνει σε μια διαδικασία όπως αυτές που αναφέρθηκαν στην αρχή (ή όχι) αντιδρώντας σε αυτή μου την ενέργεια. Αλλά ας μην μείνουμε μόνο σ’ αυτό, καθώς άλλωστε τα παραδείγματα της καθημερινότητας είναι άπειρα, κι όλα – ένα προς ένα – επιβεβαιώνουν αυτή την παραδοχή. Σε μια συζήτηση, ας πούμε, κάποιος παίρνοντας το λόγο μπορεί να εκφέρει την άποψη του επί ενός θέματος, την οποία κάποιος άλλος μπορεί να την επικροτήσει ή να την αντικρούσει ή ακόμα και να σιωπήσει στο άκουσμά της αντιδρώντας και τότε σε αυτή.
Μπορεί κανείς να σπαταλήσει ατελείωτο χρόνο και χαρτί καταγράφοντας εφαρμογές αυτού του νόμου, χωρίς μάλιστα να είναι δυνατόν (τουλάχιστον για μένα) να εντοπίσει κάποια εξαίρεση (και πιστέψτε με, προσπάθησα έντιμα να βρω έστω μια). Πώς άλλωστε θα ήταν δυνατόν να μην ίσχυε αυτή αρχή, η αφού δίχως αμφιβολία οι σχέσεις ή πιο σωστά οι δεσμοί που συνάπτουμε μεταξύ μας, είναι καρπός διαντιδράσεων; Κάτι τέτοιο φυσικά, θα ήταν παράλογο να μη συνέβαινε και νομίζω πως όλοι συμφωνούμε σε αυτό.
Συζητάμε συνεπώς για μια αρχή, που εμφανέστατα περιγράφει τους ανθρώπινους δεσμούς. Έτσι τουλάχιστον τους βλέπω να λειτουργούν κι όχι αποκλειστικά και μόνο αυτοί αλλά κι άλλοι σχετικοί τομείς της ζωής του κάθε ανθρώπου. Μα όλα καταλήγουν, στα δικά μου μάτια, σε ένα ατελείωτο αλισβερίσι, ένα εκ των ων ουκ άνευ δούναι και λαβείν, το οποίο υπεισέρχεται και στους δεσμούς που σχηματίζουμε. Αυτό κατά την ταπεινή μου κρίση, είναι ένα φαινόμενο που ανά περιπτώσεις είναι ιδιαίτερα διαβρωτικό.
Κανείς για να πάρει δηλαδή, πρέπει να δώσει κάτι. Επί παραδείγματι, για να μορφωθεί κάποιος, πρέπει να κοπιάσει. Συμφωνούμε, νομίζω, πως το συγκεκριμένο παράδειγμα αποτελεί μια θετική έκφανση της συγκεκριμένης αρχής. Ας δούμε, λοιπόν κι αυτό: κάποιος για να αποκτήσει φήμη και χρήματα, ξεπουλά ανθρώπους κι αξίες. Κι εδώ, έχω την εντύπωση, πως συμφωνούμε ότι έχουμε μια αρνητική έκφανση αυτής της αρχής. Αφού αυτές οι αρχές ισχύουν επομένως πρέπει να συμφωνήσουμε και σε μια ενδιάμεση γενική κι απροσδιόριστη ιδέα, πώς η αρετή δεν κατακτάται χωρίς κώνειο. Ο Σωκράτης αν δεν έπινε το κώνειο και δραπέτευε θα ήταν ψευδευλαβής μα ζωντανός. Πίνοντας το κώνειο αντίθετα προάσπισε την αρετή του αλλά το πλήρωσε με τη ζωή του.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις σχέσεις, είτε αυθόρμητα (το οποίο είναι και υγειές) είτε επί σκοπού (όχι και τόσο υγειές). Κάποιος/α μπορεί λ.χ. καρδιακά (επειδή το νιώθει) να κάνει ένα δώρο στον/στην αγαπημένη/ο του/της, αναμένοντας την ανταπόκρισή του και την τόνωση των σχέσεων τους. Κάτι τέτοιο συμφωνούμε, πως είναι πάρα πολύ όμορφο. Τα πράγματα όμως δεν θα ήταν τόσο όμορφα εάν ο σκοπός αυτής της πράξης ήταν να τραβήξει το ενδιαφέρον του/της μακριά από άλλα ζητήματα (όπως μια απιστία ας πούμε). Επειδή ωστόσο οι σκοποί δεν είναι πάντοτε φανεροί, το μόνο που μένει είναι η πράξη, ασχέτως αν είναι προϊόν μιας θεμιτής ή αθέμιτης (με πολλές μεταβλητές) δοσοληψίας.
Τι γίνεται λοιπόν με την ανταπόκριση, το θέμα που σκοπίμως δεν ανέφερα μέχρι στιγμής; Η ανταπόκριση είναι μια αντίδραση, σαν και αυτές για τις οποίες μιλάμε τόση ώρα. Ακολουθεί κάποιας δράσης και έχει αποκλειστικά θετικό χαρακτήρα. Δεν υπάρχει δηλαδή αρνητική ανταπόκριση, αλλά έλλειψη ανταπόκρισης (πιο άκομψα αδιαφορία, άρνηση). Για να το καταλάβεις καλύτερα αυτό, υπάρχει το μακάβριο αλλά πολύ εύστοχο παράδειγμα του ατυχούς ασθενούς, ο οποίος, όπως συνηθίζουμε να λέμε όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, δεν ανταποκρίθηκε στη θεραπεία που του προσφέρθηκε.
Η ανταπόκριση στους διανθρώπινους δεσμούς έρχεται ως αντίδραση σε κάποια συναισθηματική έκφραση, επιθυμία ή προσδοκία. Μπορεί δηλαδή να είναι η αναγνώριση αυτών ή ικανοποίηση τους. Η μη ανταπόκριση (αδιαφορία) αντίθετα είναι αποτέλεσμα της ανεπιτυχούς προσπάθειας εκπλήρωσης των προαναφερθέντων και προκαλεί αρνητικά συναισθήματα. Κι ενώ είναι αδύνατο να απαλλαχθούμε από την ανάγκη μας για έκφραση (όσο κι αν την καταπιέζουμε), μπορούμε εντούτοις να προφυλάξουμε των εαυτό μας από απογοητεύσεις μην έχοντας προσδοκίες (ή έστω έχοντας λίγες) από τους ανθρώπους.
Ζούμε σε έναν κόσμο, ο οποίος διέπεται από νόμους. Ένας απ’ αυτούς είναι, πως οτιδήποτε έχει χρονική αρχή, έχει και τέλος. Η εμμονή (το κόλλημα) σε διαπροσωπικές καταστάσεις όπου δεν υπάρχει ανταπόκριση είναι άρρωστη, όπως και κάθε εμμονή άλλωστε. Μερικές φορές κανείς πρέπει να αποδέχεται πως το παιχνίδι κάποτε φτάνει στο τέλος του αλλά και να φεύγει ειρηνικά (χωρίς κακίες και μίση), χωρίς να προσπαθεί να εκμαιεύσει κάτι παραπάνω από μια ήδη τελειωμένη κατάσταση. Στο τέλος της ημέρας κανείς πρέπει να είναι ευγνώμων που τελικά πήρε μέρος στο παιχνίδι. Σκέψου πως στο κάτω – κάτω δεν θα περίμενες ποτέ μιλώντας σε έναν τοίχο αυτός να σου απαντήσει. Γιατί το κάνεις αυτό τότε σε έναν άνθρωπο, που ξέρεις ότι δεν πρόκειται ανταποκριθεί;
Και κάπως έτσι, τελειώνει το σημερινό κείμενο.
Να ‘στε όλοι καλά.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου