Πόσα λάθη αντέχεις;
Πόσες φορές δεν έχεις
αναφωνήσει φράσεις όπως «πάλι τα ίδια;»,
«γιατί σε μένα;», «τι φταίω εγώ και τα τραβάω;» και άλλες τέτοιες συναφείς,
πραγματικά ασφυκτιώντας από τις διάφορες προβληματικές καταστάσεις στις οποίες
βρίσκεις τον εαυτό σου να μπλέκεται κατά καιρούς; Σε καταλαβαίνω. Το ξέρω. Όλοι
μας στο που και που καταλήγουμε να μοιρολογούμε ή να μοιρολατρούμε ανάλογα με
το πώς πάνε τα πράγματα στη ζωή μας, πάντα σε συνάρτηση με το μέγεθος του
ελέγχου που έχουμε πάνω σ’ αυτά. Συνήθως βέβαια όταν φτάνουμε σε τέτοιου είδους
πρακτικές γκρίνιας μάλλον δεν έχουμε και πολλή έλεγχο των καταστάσεων. Μάλλον
το αντίθετο συμβαίνει, αφού όπως και να το δεις το πράγμα βρίθει αγανάκτησης
και απελπισίας.
Εντάξει, εδώ που τα λέμε, ποιος πιστεύει ότι στη ζωή τα
πάντα είναι ρόδινα; Νομίζω κανένας. Δεν ζούμε, να πεις, στην «Παραμυθοχώρα».
Αντιθέτως, σε όλους μας κάτι λείπει. Πάντα κάτι παραπάνω θέλουμε και αυτό
ψάχνουμε. Τι γίνεται όμως όταν αυτό το κάτι δεν μπορούμε να το έχουμε, ακόμα κι
αν το πλησιάζουμε επικίνδυνα; Τι γίνεται όταν εμείς οι ίδιοι αποτυγχάνουμε σε
κάτι που πολύ θα θέλαμε να πετύχουμε; Πόσο τα λάθη μας κοστίζουν και γιατί μας
οδηγούν σε αυτό το ρημάδι το αίσθημα ματαίωσης; Αυτά τα ερωτήματα, μεταξύ
άλλων, με απασχόλησαν και γι’ αυτό είπα να πω την γνώμη μου.
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να
συμφωνήσουμε σε κάτι: Τίποτα στη ζωή δεν είναι σίγουρο. Το μόνο σίγουρο, όσο
μακάβριο κι αν ακουστεί, είναι ότι κάποια στιγμή θα πεθάνουμε. Δεν ξέρουμε ούτε
το πότε, ούτε το πώς (εκτός κι αν μιλάμε για αυτοχειρία). Λέγοντας κάτι τέτοιο
θέλω στην πραγματικότητα να πω ότι ο κόσμος μας, όσον αφορά τουλάχιστον το τι
μέλλει γενέσθαι, είναι πιθανοκρατικός. Με πιο απλά λόγια, το σενάριο που
συλλέγει τις περισσότερες πιθανότητες να συμβεί, συνήθως – όχι όμως απαραίτητα
– συμβαίνει. Το μέλλον λοιπόν σε ένα αρκετά μεγάλο βαθμό καθορίζεται απ’ αυτό
το απροσδιόριστο «όσα πάνε κι όσα έρθουν». Αλλά φυσικά δεν είναι μόνο αυτό.
Αν μέναμε μόνο σ’ αυτό, σίγουρα θα εθελοτυφλούσαμε, καθώς
μια τέτοια προσέγγιση γι’ αυτά που μας συμβαίνουν αυτομάτως μας απαλλάσσει από
τις ευθύνες μας. Το ξέρω πως μερικές φορές, προτού προλάβουμε καν να το
συνειδητοποιήσουμε, βρισκόμαστε χωμένοι
σε διάφορες καταστάσεις. Μέσα σε αυτές τις καταστάσεις ωστόσο μπλέκεται και η
προσωπική μας δράση· οι ενέργειες δηλαδή που κρίνουμε εκείνη τη στιγμή ότι
είναι οι κατάλληλες για να γίνουν, ώστε να διαχειριστούμε σωστά την εκάστοτε
κατάσταση. Αυτές οι ενέργειες μπορεί να οφείλονται σε παράγοντες όπως π.χ. οι
γνώσεις μας, η εμπειρία μας, κάποιο οργανωμένο σχέδιο ή ακόμα και κάποια
ενστικτώδη αντίδραση της στιγμής.
Το πιο ενδιαφέρον μέρος της υπόθεσης όμως δεν είναι αυτό.
Ούτε πάλι το γεγονός ότι κάποια πράγματα στη ζωή μας είναι για να γίνουν. Το
πιο ενδιαφέρον είναι ότι οι χειρισμοί μας έχουν επίδραση στα γεγονότα και στο
πως εξελίσσονται οι καταστάσεις. Σε μεγάλο βαθμό, εν προκειμένω, όσο το
επιτρέπουν και οι καταστάσεις, είμαστε κύριοι αλλά και υπόλογοι των πράξεων
μας. Άλλοτε επομένως, τα γεγονότα εκτυλίσσονται ιδανικά (ανάλογα με τα
συμφέροντα μας) και άλλοτε πάνε κατά διαόλου. Κι όταν αυτά πάνε κατά διαόλου,
τουλάχιστον για τις καταστάσεις της προσωπικής μας ζωής, και στραβά αρμενίζουμε
αλλά και ο γιαλός είναι λίγο στραβός.
Είναι αυτονόητο ότι οι πράξεις μας έχουν και μάλιστα
μεγάλη επίδραση στα γεγονότα. Πόσο μάλλον όταν αυτές αποδεικνύονται άστοχες ή
πολύ χειρότερα αποτυχημένες. Κοίτα βέβαια, τώρα που το συζητάμε, ποιος μπορεί
να είναι προκαταβολικά σίγουρος τι είναι λάθος και τι σωστό; Και πες σε κάτι το
τελείως τεχνικό κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Στις σχέσεις μας και γενικότερα στην προσωπική μας ζωή, δεν
μπορούμε να είμαστε παρ’ όλα αυτά ποτέ σίγουροι. Εννοώ ότι, πράγματι μερικές
φορές είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι δεν πρέπει να κάνουμε, όμως τις
περισσότερες φορές περπατάμε στα τυφλά. Αυτά ωστόσο δεν είναι τίποτα μπροστά
στις καταστάσεις που θέλουμε πάρα πολύ να συμβεί κάτι αλλά δεν είμαστε σίγουροι
αν πρέπει ή γνωρίζουμε καλά ότι δεν πρέπει να γίνει τίποτα. Κι έτσι πάρα πολύ
απλά ξεχυνόμαστε στο να βρούμε δικαιολογίες ικανές να αιτιολογήσουν τις πράξεις
μας ή ακόμα και την απραξία (!) μας.
Όταν λοιπόν τα πράγματα δεν οδηγούν τελικά προς την
επιθυμητή κατεύθυνση, είναι ανθρώπινο κανείς να αναρωτηθεί για το τι πήγε
λάθος. Και τώρα, για να ‘χουμε έτσι καλό ρώτημα, αλήθεια πόσο τα λάθη μας
κοστίζουν; Τι να πω ρε σεις παιδιά, δεν ξέρω. Δεν υπάρχει άλλωστε γενική
απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Σε κάτι τελείως τεχνικό, όπως σε μια φορολογική
δήλωση ας πούμε, αν κάτι συμπληρωθεί λάθος από το λογιστή, τότε ο πελάτης του
κινδυνεύει από το να πληρώσει πρόστιμο μέχρι ακόμα και να μπει φυλακή. Στην
προσωπική μας ζωή όμως δεν είναι έτσι. Άλλα λάθη δεν μας κοστίζουν τίποτα ψυχικά
και άλλα τόσα πολλά, που κανείς δυσκολεύεται να τα αντέξει. Το μόνο σίγουρο είναι
ότι το μέγεθος της απογοήτευσης μας από κάποια αποτυχία έχει σχέση με το πόσο
είχαμε επενδύσει συναισθηματικά στην επίτευξη του αντίστοιχου σκοπού. Φαντάσου
λοιπόν πόσο μεγάλη είναι η πίκρα στις περιπτώσεις που οι βασικοί υπαίτιοι της
αποτυχίας μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι.
Στη Lifo είχα γράψει πως το πιο εθιστικό ναρκωτικό στον
κόσμο είναι η ελπίδα. Αυτή η έμφυτη ψευδαίσθηση που τρέφουμε ότι το τούνελ ντε
και καλά πρέπει να έχει φως στο τέλος του. Ότι το τέλος μιας ιστορίας πρέπει να
είναι πάντα χαρούμενο, αλλιώς δεν έχει έρθει ακόμα το τέλος της. Ότι οτιδήποτε
κι αν γίνει, το μέλλον επιφυλάσσει τα καλύτερα. Όλες αυτές οι ψευδαισθήσεις που
καταλήγουν να γίνονται πεποιθήσεις, υπάρχουν για να αβαντζάρουμε τον εαυτό μας
να συνεχίζει παρά τις απογοητεύσεις. Κάποιος, με βάση αυτά, θα μπορούσε να πει
πεσιμιστή και ίσως να είχε δίκιο. Αλλά δεν έχουν όλα τα τούνελ διέξοδο, ούτε
πάντοτε στη ζωή τα γεγονότα έχουν «happy end», ούτε τίποτα μας βεβαιώνει ότι το μέλλον θα είναι
καλύτερο από το παρόν και το παρελθόν μας. Αυτές οι ψευδαισθήσεις, όσο κι αν
σου φαίνεται παράξενο, από την μια σε «μεθούν» με αυτοπεποίθηση και πείσμα να
συνεχίσεις και από την άλλη σε απογοητεύουν όταν στραβοπατήσεις.
Όποτε ερχόμαστε στο ερώτημα που έχει μείνει αναπάντητο
μέχρι στιγμής: «Πόσα λάθη αντέχεις;».
Δεν χρειάζεται να απαντήσεις γιατί για μένα το κύριο ερώτημα δεν είναι αυτό.
Αυτό που θα έπρεπε να μας απασχολεί είναι το εξής: «Πόσα λάθη μπορείς να συγχωρήσεις;». Τόσο λάθη δικά σου όσο λάθη των
άλλων. Μόνο έτσι πιστεύω ότι κανείς μπορεί να προχωρήσει. Ας το παραδεχτούμε,
όλοι κάνουμε λάθη, κι αυτό δείχνει ότι προσπαθούμε. Το περίεργο άλλωστε θα ήταν
να ήμασταν όλοι αλάνθαστοι. Έχει περάσει από το μυαλό σου η ιδέα πως δεν θα
ήσουν αυτό που είσαι αυτή τη στιγμή αν δεν έκανες αυτά τα λάθη, που έχεις κάνει
μέχρι στιγμής; Κακό λοιπόν για μένα δεν είναι κανείς να κάνει λάθη, αφού αυτό
είναι το αναμενόμενο. Το κακό είναι να μην τα αναγνωρίζει, ούτε να μετανοεί γι’
αυτά. Ακόμα χειρότερο τέλος, είναι να
κολλάμε σε αυτά και να μένουμε πίσω σ’ ένα κόσμο που συνεχώς εξελίσσεται. Κι
απ’ αυτό δεν μπορώ να φανταστώ χειρότερο σφάλμα!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου